ερυθραιμία

ερυθραιμία
Χρόνια πάθηση του αιμοποιητικού συστήματος. Ονομάζεται και νόσος του Βακέζ, από το όνομα του Γάλλου γιατρού που την ανακάλυψε το 1897. Η ε. χαρακτηρίζεται από αύξηση των ερυθρών αιμοσφαιρίων και του όγκου πλάσματος του αίματος καθώς και από λευκοκυττάρωση και θρομβοκυττάρωση. Η εξέλιξη της νόσου είναι συνήθως δυσμενής. Εκδηλώνεται με αύξηση της αρτηριακής πίεσης, γκριζοκόκκινη χροιά του δέρματος, διόγκωση του σπλήνα, αιμορραγίες και θρομβώσεις. Για τη διάγνωσή της σημαντικό ρόλο παίζει η έρευνα του μυελού των οστών.
* * *
η
ιατρ. ασθένεια τών ερυθρών αιμοσφαιρίων τού αίματος και τών αιμοποιητικών κέντρων τού οστικού μυελού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στα ελλ. ξεν. όρου (πρβλ. αγγλ. erythremia ή erythraemia)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • υπερερυθραιμία — η, Ν ιατρ. αύξηση τού αριθμού τών ερυθρών αιμοσφαιρίων πάνω από 6.000.000 ανά κυβικό εκατοστόμετρο. [ΕΤΥΜΟΛ. < υπερ * + ερυθραιμία] …   Dictionary of Greek

  • υπερυθραιμία — η, Ν ιατρ. κατάσταση κατά την οποία ο αριθμός τών ερυθρών αιμοσφαιρίων είναι μεγαλύτερος από τον κανονικό. [ΕΤΥΜΟΛ. < υπ(ο) * + ερυθραιμία] …   Dictionary of Greek

  • υποερυθραιμία — η, Ν ιατρ. η ελάττωση τού αριθμού τών ερυθρών αιμοσφαιρίων τού αίματος. [ΕΤΥΜΟΛ. < υπ(ο) * + ερυθραιμία. Η λ. αποτελεί απόδοση τού γαλλ. hypoglobulie] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”